του Τάσου Δούση
Η αλήθεια είναι ότι μικρός είχα τραυματικές εμπειρίες και γι’ αυτό μού βγαίνουν τα κουσούρια όσο μεγαλώνω. Ξέρετε, ήμουν από εκείνα τα παιδάκια που, ενώ οι συνομήλικοί τους πήγαιναν με τα μηχανάκια στην «Μπαρμπαρέλα» και τη «Βίντεο», εγώ έψαχνα ψιλοκουλτουρέ ταινίες, που ανάθεμα κι αν καταλάβαινα τα δήθεν μηνύματά τους.
Στο Αιγάλεω είχαμε τρεις κινηματογράφους: το «Βυζάντιο», που έπαιζε 2 τσόντες και 1 ταινία καράτε, το «Άστρον» που έφερνε τις εμπορικές ταινίες –τύπου «Τσακάλια», «Θύρα 7», Ψάλτης, Φίνου κ.λπ.– και τέλος, κι έναν τρίτο κινηματογράφο, που νομίζω ότι τον έλεγαν «Adams», κι έπαιζε τις κουλτουρέ ταινίες εκείνης της εποχής!
Είμαι, λοιπόν, και παρακολουθώ το «Zoo». Δεν ξέρω αν έχετε δει τη συγκεκριμένη, σούπερ ανατρεπτική, κουλτουροταινία, αλλά το σκηνικό ξεκινάει με έναν πελεκάνο να πέφτει στο παρμπρίζ ενός αυτοκινήτου, αίματα, ακρωτηριασμούς, λευκές σκηνές και ξαφνικά, σπίτια, ζωές και μετά σεξ, κι ύστερα αφήστε τα να πάνε στο διάολο. Στον κινηματογράφο ήμασταν 10. Τελικά έμεινα να παρακολουθώ την ταινία μόνος μου. Λέω: «πού θα πάει, θα τελειώσει και θα λέω ότι την είδα κι όλη». Να έχω να πω, ρε παιδί μου, ότι δεν έφυγα με το που έκανε διάλειμμα. Τότε μού φαινόταν φυσιολογικό, μετά κατάλαβα ότι ήταν ψιλο-ανισόρροπο.
Όλα αυτά σας τα διηγήθηκα, για να σας πω, με πολύ απλά λόγια, πόσο μάπα μού φάνηκε ο «Κυνόδοντας» και πόσο ξεφτιλισμένο είναι ένα σύστημα κριτικής και αξιών κινηματογράφου, το οποίο μια απίστευτη ηλιθιότητα την αναγάγει σε μοναδικό φιλμ. Την ανωμαλία, την ανισορροπία, την αρρώστια που έχει ο άλλος στο μυαλό του, την κάνουμε «άπιαστη» ταινία, μόνο και μόνο επειδή δεν την καταλαβαίνουμε. Ξαναγυρνάμε σε μια εποχή των δεκαετιών του ’80 και του ’90, όπου ο κάθε ανώμαλος «εκσπερματώνει» πάνω μας όλη του την τρέλα και τη διαστροφή.
Τι είναι ο «Κυνόδοντας»; Μια επιτηδευμένη ταινία, απαράδεκτη αισθητικά, υπερβολική και με συμβολισμούς εντελώς ανάπηρους και ηλίθιους. Ναι, δεν ξέραμε ότι μέσα στην οικογένεια οι γονείς μεγαλώνουν τα παιδιά όπως αυτοί θέλουν, την ταινία περιμέναμε για να μας το επιβεβαιώσει. Δεν γνωρίζουμε την ελληνική πραγματικότητα, δεν γνωρίζουμε πόσο κλειστή είναι η ελληνική κοινωνία, τον Λάνθιμο περιμέναμε για να μας το επιβεβαιώσει με τον δικό του τρόπο. Περιμέναμε τον «Κυνόδοντα» να ξεφτιλίσει τη μικροαστική αντίληψη που κρύβουμε όλοι μέσα μας, για να αναγνωρίσουμε τους εαυτούς μας. Η συναισθηματική υπερβολή σε όλο της το μεγαλείο, με τον πιο ακραίο και χυδαίο τρόπο.
Ένα έργο που σας συμβουλεύω να πάτε να το δείτε, για να μπορέσετε να καταλάβετε σε ποιο σημείο ξεφτίλας έχει φτάσει η ελληνική κουλτούρα. Είμαστε ανίκανοι να πούμε τα πράγματα με απλό και ξεκάθαρο τρόπο και προσπαθούμε να διαφοροποιηθούμε μέσα από την ακατάσχετη μπουρδολογία και γελοιότητα. «Κυνόδοντας»• μια ταινία που μας αξίζει απόλυτα.
Πηγή: athensmagazine
Η αλήθεια είναι ότι μικρός είχα τραυματικές εμπειρίες και γι’ αυτό μού βγαίνουν τα κουσούρια όσο μεγαλώνω. Ξέρετε, ήμουν από εκείνα τα παιδάκια που, ενώ οι συνομήλικοί τους πήγαιναν με τα μηχανάκια στην «Μπαρμπαρέλα» και τη «Βίντεο», εγώ έψαχνα ψιλοκουλτουρέ ταινίες, που ανάθεμα κι αν καταλάβαινα τα δήθεν μηνύματά τους.
Στο Αιγάλεω είχαμε τρεις κινηματογράφους: το «Βυζάντιο», που έπαιζε 2 τσόντες και 1 ταινία καράτε, το «Άστρον» που έφερνε τις εμπορικές ταινίες –τύπου «Τσακάλια», «Θύρα 7», Ψάλτης, Φίνου κ.λπ.– και τέλος, κι έναν τρίτο κινηματογράφο, που νομίζω ότι τον έλεγαν «Adams», κι έπαιζε τις κουλτουρέ ταινίες εκείνης της εποχής!
Είμαι, λοιπόν, και παρακολουθώ το «Zoo». Δεν ξέρω αν έχετε δει τη συγκεκριμένη, σούπερ ανατρεπτική, κουλτουροταινία, αλλά το σκηνικό ξεκινάει με έναν πελεκάνο να πέφτει στο παρμπρίζ ενός αυτοκινήτου, αίματα, ακρωτηριασμούς, λευκές σκηνές και ξαφνικά, σπίτια, ζωές και μετά σεξ, κι ύστερα αφήστε τα να πάνε στο διάολο. Στον κινηματογράφο ήμασταν 10. Τελικά έμεινα να παρακολουθώ την ταινία μόνος μου. Λέω: «πού θα πάει, θα τελειώσει και θα λέω ότι την είδα κι όλη». Να έχω να πω, ρε παιδί μου, ότι δεν έφυγα με το που έκανε διάλειμμα. Τότε μού φαινόταν φυσιολογικό, μετά κατάλαβα ότι ήταν ψιλο-ανισόρροπο.
Όλα αυτά σας τα διηγήθηκα, για να σας πω, με πολύ απλά λόγια, πόσο μάπα μού φάνηκε ο «Κυνόδοντας» και πόσο ξεφτιλισμένο είναι ένα σύστημα κριτικής και αξιών κινηματογράφου, το οποίο μια απίστευτη ηλιθιότητα την αναγάγει σε μοναδικό φιλμ. Την ανωμαλία, την ανισορροπία, την αρρώστια που έχει ο άλλος στο μυαλό του, την κάνουμε «άπιαστη» ταινία, μόνο και μόνο επειδή δεν την καταλαβαίνουμε. Ξαναγυρνάμε σε μια εποχή των δεκαετιών του ’80 και του ’90, όπου ο κάθε ανώμαλος «εκσπερματώνει» πάνω μας όλη του την τρέλα και τη διαστροφή.
Τι είναι ο «Κυνόδοντας»; Μια επιτηδευμένη ταινία, απαράδεκτη αισθητικά, υπερβολική και με συμβολισμούς εντελώς ανάπηρους και ηλίθιους. Ναι, δεν ξέραμε ότι μέσα στην οικογένεια οι γονείς μεγαλώνουν τα παιδιά όπως αυτοί θέλουν, την ταινία περιμέναμε για να μας το επιβεβαιώσει. Δεν γνωρίζουμε την ελληνική πραγματικότητα, δεν γνωρίζουμε πόσο κλειστή είναι η ελληνική κοινωνία, τον Λάνθιμο περιμέναμε για να μας το επιβεβαιώσει με τον δικό του τρόπο. Περιμέναμε τον «Κυνόδοντα» να ξεφτιλίσει τη μικροαστική αντίληψη που κρύβουμε όλοι μέσα μας, για να αναγνωρίσουμε τους εαυτούς μας. Η συναισθηματική υπερβολή σε όλο της το μεγαλείο, με τον πιο ακραίο και χυδαίο τρόπο.
Ένα έργο που σας συμβουλεύω να πάτε να το δείτε, για να μπορέσετε να καταλάβετε σε ποιο σημείο ξεφτίλας έχει φτάσει η ελληνική κουλτούρα. Είμαστε ανίκανοι να πούμε τα πράγματα με απλό και ξεκάθαρο τρόπο και προσπαθούμε να διαφοροποιηθούμε μέσα από την ακατάσχετη μπουρδολογία και γελοιότητα. «Κυνόδοντας»• μια ταινία που μας αξίζει απόλυτα.
Πηγή: athensmagazine
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Όλα τα σχόλια θα εμφανίζονται μετά την έγκρισή τους από τους διαχειριστές του Astakos-News. Υβριστικά σχόλια ή σχόλια που δεν έχουν σχέση με το παραπάνω άρθρο, δεν θα δημοσιεύονται. Τα σχόλια και τα κείμενα των αναγνωστών εκφράζουν τους ίδιους και δεν υιοθετούνται κατ' ανάγκη από την παρούσα ιστοσελίδα.